top of page

Καστοριά: Υδάτινο κάτοπτρο


Η λίμνη και η πόλη. Η σειρά δεν αλλάζει, η λίμνη κυριαρχεί στην ιστορία της πόλης αιώνες τώρα, στη ζωή ολόκληρης της περιοχής ήδη από τα προϊστορικά χρόνια. Στο γιγάντιο κάτοπτρο καθρεφτίζονται τα γύρω βουνά, οι γειτονιές της Καστοριάς, οι βυζαντινές μονές και οι εκκλησίες, οι μορφές των ανθρώπων που περπατούν πλάι της, ψαρεύουν, κωπηλατούν.

H γουναρική και η πόλη. Οι προτεραιότητες δεν αλλάζουν. Οι κύκλοι ανοίγουν και κλείνουν, η ακμή δίνει τη θέση της στην παρακμή και πάλι όλα ξεκινούν από την αρχή. Ο πλούτος συνεχίζει να συσσωρεύεται στα χέρια λίγων, η κοινωνική τάξη των γουναράδων διατηρεί την κυριαρχία της στη ζωή της πόλης, διατηρεί τον πλούτο της όχι πια στα σεντούκια των περίφημων καστοριανών αρχοντικών, αλλά σε τραπεζικούς λογαριασμούς σε όλο τον κόσμο.

Η αρχιτεκτονική και η πόλη. Στο Ντολτσό και στο Απόζαρι οι μνήμες διατηρούνται ζωντανές στους υγρούς πέτρινους τοίχους, στα σαχνισιά, στις αβγατές των σπιτιών του 18ου και του 19ου αιώνα. Οι αντιπαροχές που δόθηκαν επί δικτατορίας σημάδεψαν για πάντα και αυτή την πολιτεία, αλλά κάνεις πως δεν βλέπεις την ασχήμια των σύγχρονων κτισμάτων, όταν περιηγείσαι ανάμεσα στα καστοριανά αρχοντικά που διατηρούν τα παλιά επώνυμα, αλλά τώρα αναστηλώνονται και αποκτούν νέα πνοή.

Μια πόλη αξιοθέατο, αυτό είναι η Καστοριά για τους ανθρώπους του βορρά που αφήνουν τις δικές τους πόλεις για να ταξιδέψουν μέχρι εδώ τα σαββατοκύριακα.

Είναι η διαφυγή τους, η ανάσα τους, μια γοητευτική πινελιά μέσα στον μεγάλο, λαμπερό πίνακα της δυτικής Μακεδονίας.

ΣΤΗΝ ΚΑΣΤΟΡΙΑ ΓΙΑ 48 ΩΡΕΣ

«Καθρέφτη, καθρεφτάκι μου, ποια είναι η πιο ωραία;». Εσύ, απαντάω αυθόρμητα στην πόλη που κοιτάζει τον εαυτό της αιώνες τώρα στο θεόρατο κάτοπτρο της λίμνης της. Άνθρωποι, πέτρινα κτίσματα του 17ου και του 18ου αιώνα, 75 βυζαντινές εκκλησίες, πολυόροφες πολυκατοικίες του ’70, «καράβια», ψαράδες, πουλιά και ψάρια, πλατάνια και κλαίουσες ιτιές –όλα εκεί βρίσκονται, αιχμάλωτα του υδάτινου καθρέφτη που τα εξωραίζει.

Τι να πω γι’ αυτή την πόλη που δεν έχει ειπωθεί;

Κανάλια, εφημερίδες και περιοδικά την πολιορκούν χρόνια τώρα, οι κάτοικοί της έχουν εξοικειωθεί με τους δημοσιογράφους, ποζάρουν και μιλάνε με την άνεση του βετεράνου. Πίσω από τα λόγια τους θα διακρίνω την αμηχανία –η πόλη είναι επάνω στο κύμα της αλλαγής, προσπαθεί να ξαναστηριχτεί στα πόδια της μετά την κρίση της αγοράς των γουναρικών, βγαίνει από την εσωστρέφειά της, ζητάει τον τουρισμό.

Σαν τουρίστας κι εγώ θα επιτρέψω στο βοριά να μου παγώσει το πρόσωπο πάνω στο καραβάκι του δήμου που κάνει το γύρο της λίμνης και θα ζητήσω από τον Ζαφείρη, τον λιμνοφύλακα-ψαρά, να ρίξει το «πεζόβολο» (δίχτυ) με φόντο την πολιτεία που μισοκρύβεται πίσω από την πάχνη.

Θα περπατήσω στη νότια παραλία απέναντι από τα ντιζαινάτα καφέ-μπαρ, θα πατήσω τα πεσμένα φύλλα των πλατανιών στην προκυμαία με τις χρωματιστές πλάβες (οι ξύλινες βάρκες της λίμνης), θα στρίψω στα στενά που οδηγούν στο Ντολτσό ψηλαφίζοντας τους υγρούς τοίχους των σπιτιών με τα σαχνισιά που παραδίδονται αμαχητί στη φθορά.

Θα ζητήσω από τα παιδιά στο σχολείο της πλατείας του Ντολτσό να φωτογραφηθούν γελώντας παραταγμένα στα κάγκελα και θα αφήσω το γερο- φύλακα του λαογραφικού μουσείου να κάνει την ξενάγηση όπως εκείνος θέλει, περπατώντας με κόπο στις κρύες κάμαρες του άλλοτε αρχοντικού Νεράντζη Αϊβάζη. Ύστερα θα ξετρυπώσω τον παλιό μεντρεσέ περιστοιχισμένο από εξαόροφες πολυκατοικίες, το τζαμί και την Κουμπελίδικη εκκλησία του 11ου αιώνα, κρυμμένη ανάμεσα στα καινούργια κτίρια που την περιβάλλουν και τα αυτοκίνητα που παρκάρουν αυθάδικα στην πόρτα της, γιατί έτσι είναι εδώ, στην Καστοριά: μνημεία, πολυκατοικίες και αυτοκίνητα ανάκατα όλα μαζί, ζουν ένα παράξενο παρόν όπου το «γραφικό» δεν έχει οριοθετημένο χώρο.

Την επόμενη μέρα θα ξυπνήσω νωρίς με τον ήχο του βιολιού: o γιος του Τάσου, ιδιοκτήτη του αρχοντικού Βέργουλα που με φιλοξενεί, κάνει μάθημα με το Ρώσο δάσκαλό του στο καθιστικό και συνοδεύει με κλίμακες τις εικόνες της πόλης που καδράρονται στα παράθυρα. Καθώς ο ήλιος θα ανεβαίνει ψηλότερα θα κάνω το γύρο της λίμνης με το αυτοκίνητο, θα ψηλαφίσω τις τοιχογραφίες της Μαυριώτισσας και τον πλάτανο του 12ου αιώνα, θα ψάξω το σπήλαιο του δράκου, θα δω το Βίτσι να καθρεφτίζει τις χιονισμένες κορυφές του στα ακίνητα νερά. Ύστερα θα ψάξω τη θέση μου στη βόρεια παραλία, εκεί που οι ψαράδες καθαρίζουν ψάρια και ταΐζουν τους λαίμαργους γλάρους και τους πελεκάνους. Στο βάθος τα νεοκλασικά των γουναράδων στο Απόζαρι μοιάζει να κάνουν ένα βήμα πίσω στον παραλίμνιο, αφήνοντας την πρωτοκαθεδρία στις νεόκτιστες βίλες. Ύστερα, πριν περάσει το μεσημέρι και μου φύγουν, θα στήσω καρτέρι στις ψηλόλιγνες ρωσίδες που φτάνουν με τα πούλμαν και τις ηλικιωμένες μανάδες τους στο κέντρο γούνας της Χλόης. Βιζόν και τσιντσιλά, αστρακάν και μινγκ θα ακουμπήσουν επάνω τους κι εκείνες με άνεση μανεκέν θα δοκιμάζουν συνομιλώντας στα ρώσικα με τις εκπαιδευμένες πωλήτριες.

ΤΑ ΡΑΓΚΟΥΤΣΑΡΙΑ ΕΡΧΟΝΤΑΙ...

Η εκτόνωση πλησιάζει. Αμέσως μετά τα Θεοφάνια η εικόνα που τώρα βλέπω, θα αλλάξει. Οι παρέες θα ξεχυθούν στους κεντρικούς δρόμους της πόλης γιορτάζοντας τα ραγκουτσάρια, μια γιορτή διονυσιακή. 30 ορχήστρες με χάλκινα όργανα θα συνοδέψουν τις 45-50 παρέες (μπουλούκια) που με επίκεντρο τη Μητροπόλεως θα πηγαινοέρχονται μέχρι την πλατεία Ομονοίας, χορεύοντας παραδοσιακούς χορούς, τραγουδώντας και πίνοντας τσίπουρο και κρασί. Του Αι Γιαννιού θα χτυπήσουν την πόρτα εκείνων που γιορτάζουν, θα τους ξεσηκώσουν κι αυτοί φορώντας, όπως παλιά, ανάποδα το σακάκι κι ένα φακιόλι στο πρόσωπο σαν πρόχειρη μεταμφίεση, θα βγουν μαζί τους στους δρόμους για να καταλήξουν το βράδυ μαζί με τα όργανα στα μαγαζιά όπου έχουν κλείσει τραπέζι για να γιορτάσουν μέχρι το πρωί. Άυπνοι 48 ώρες θα πάρουν την τρίτη μέρα μέρος στην παρέλαση τηρώντας το έθιμο της Πατερίτσας. Σχολεία, γειτονικοί δήμοι, μπουλούκια και μεμονωμένοι «μονομάχοι» θα σατιρίζουν και θα χορεύουν μεταμφιεσμένοι διεκδικώντας την ψήφο των μελών της κριτικής επιτροπής, που «κρύβονται» σκορπισμένοι κατά μήκος της παρέλασης, και τα έπαθλα για τους καλύτερους στις τρεις κατηγορίες: εμφάνιση-θέαμα, σάτυρα και παράδοση. Έτσι είναι η Καστοριά: κλείνεται στον εαυτό της, σκύβει πάνω στη λίμνη της και στα γουναρικά που ράβονται στα εργαστήρια κι ύστερα σηκώνει το κεφάλι, κοιτάζει γύρω και ξεσπάει ξέφρενη ξεχνώντας κώδικες και καθωσπρεπισμούς.

Εθιμο "μπουμπούνας"

Η λέξη ραγκουτσάρια προέρχεται από το λατινικό Rogatores που σημαίνει ζητιάνοι, αφού οι μεταμφιεσμένοι ζητάνε από τους νοικοκύρηδες να τους δώσουν δώρα για να διώξουν τα κακά πνεύματα. Η γιορτή έχει τις ρίζες της στα ελληνορωμαϊκά χρόνια και επιβίωσε στο Βυζάντιο και στην οθωμανική περίοδο. Μέχρι το 1930 κυριαρχούσε η μορφή του Βάκχου που έσερνε ένα γάιδαρο στολισμένο με κληματόφυλλα που κουβαλούσε το ξόανο του Διονύσου μέσα στο οποίο υπήρχαν βαρελάκια με κρασί. Μετά το 1950 που επέστρεψαν οι ξενιτεμένοι Καστοριανοί εμφανίστηκαν και ευρωπαϊκές μεταμφιέσεις. Στα τότε μεγάλα καφενεία της Αίγλης και του Βυζαντινού στήνονταν ολονύχτια γλέντια και τότε ξεκίνησαν οι πρώτες παρελάσεις.

Φωτό: Ιωάννα Νικολαρέιζι

ΟΙ ΨΑΡΑΔΕΣ ΚΑΙ ΤΑ «ΚΑΡΑΒΙΑ»

Η λίμνη φιλοξενεί τουλάχιστον 150 είδη πουλιών (ανάμεσά τους κύκνους, αργυροπελεκάνους, τσικνιάδες, ερωδιούς, αγριόπαπιες κ.ά.) και θεωρείται σημαντικός υγρότοπος. Εκτός από τη γουναρική, η αλιεία ήταν ανέκαθεν σημαντικός παράγοντας για την οικονομία της πόλης. Τα ψάρια που υπήρχαν ήταν τα τσουκάνια, οι γουλιανοί, οι κέφαλοι, τα τσιρόνια, τα γριβάδια, οι τούρνες, οι πέρκες – και αρκετά από αυτά ζουν ακόμη στα νερά της.

Για το ψάρεμα (και παλιότερα για τις μεταφορές) οι Καστοριανοί χρησιμοποιούν τα «καράβια», ιδιόμορφα πλωτά μέσα που διαφέρουν από τις βάρκες ή τις πλάβες άλλων ελληνικών λιμνών ή ποταμών. Τα έδεναν στις «αβγατές» ή στα γεφύρια των παραλίμνιων σπιτιών (βλ. Περιήγηση στην πόλη-Καστοριανό σπίτι). Φαίνεται ότι έχουν τις ρίζες τους στα προϊστορικά χρόνια. Τα μονόξυλα της νεολιθικής εποχής, όπως φαίνεται από τις ανασκαφές στο Δισπηλιό, εξελίχθηκαν στο πλεούμενο αυτό με τις υπερυψωμένες άκρες που λέγονται και οι δύο πρύμνες και τον κοίλο σε σχήμα αυγού πάτο, που κρατάει το νερό ώστε να διατηρεί ζωντανά τα ψάρια. Οι πλευρές του λέγονται περβάζια. Είναι φτιαγμένο από πεύκο, ενώ παλιότερα χρησιμοποιούσαν καραγάτσι (φτελιά) για τον πάτο, καστανιά για τις πλευρές και έλατο για τα κουπιά.

Το κυκλικό δίχτυ που το λένε πεζόβολο, απαιτεί ιδιαίτερη μαεστρία για να το ρίξεις. Ο Ζαφείρης την έχει! Φωτό: Iωάννα Νικολαρέιζι

Όπως γράφει ο φιλόλογος Ν. Δασκαλάκης στο βιβλίο του για την Καστοριά, το ψάρεμα γινόταν με διάφορους τρόπους: με το πεζόβολο, ένα κυκλικό δίχτυ που το ρίχνουν με το χέρι και απαιτεί ιδιαίτερη μαεστρία: έχει βαρίδια και πέφτοντας σκεπάζει τα ψάρια και τα αιχμαλωτίζει. Επίσης, με ζάγαζα (τράτα), σιαπκάζι (νήμα με βαρίδια και αγκίστρι με δόλωμα), σουργκί (μεγάλο διχτένιο σάκο συρόμενο πίσω από τη βάρκα), καλάμι, πρόβλεκο (μεγάλο και πυκνό δίχτυ απλωμένο σε σακούλες πάνω σε δυο μακριά ξύλα που σπρώχνονται από ένα άλλο ίσου μεγέθους το οποίο στηρίζεται σε μια γωνία της βάρκας) και σουρτινίτσα που απλώνεται παράλληλα με την ακτή.

Ο ΜΙΚΡΟΣ ΓΥΡΟΣ ΤΗΣ ΛΙΜΝΗΣ

Η συνολική απόσταση είναι 10 χλμ. και μπορεί να γίνει με αυτοκίνητο, με ποδήλατο ή με τα πόδια! Όπως θα δείτε υπάρχει πάντα κόσμος στον παραλίμνιο δρόμο και το τοπίο είναι μαγευτικό. Είναι μονόδρομος σε μεγάλο μέρος του. Θα ξεκινήσετε από το κτίριο της Νομαρχίας στη νότια παραλία για να καταλήξετε στην βόρεια και αν θέλετε να επιστρέψετε πάλι στην αφετηρία σας.

Οδηγώντας στην Μεγάλου Αλεξάνδρου και την Ορεστιάδας, περνάτε πρώτα από την περιοχή Πετσιά, που πήρε το όνομά της από τα δέρματα που άπλωναν εκεί παλιά για να στεγνώσουν, εφόσον το σημείο αυτό λούζεται μόνιμα από τον ήλιο. Ψηλά επάνω υπάρχουν μέσα στα βράχια του Βουνού οι γκαλιότρυπες, οι οποίες το βράδυ φωτίζονται εντυπωσιακά: εδώ φωλιάζουν οι κάργιες (γκάλιες). Στη συνέχεια περνάτε από το χώρο αναψυχής και ο δρόμος περνάει σύριζα στο νερό καθώς μπαίνετε στην περιοχή Μίτκα. Στη διχάλα πάτε δεξιά στον μονής κατεύθυνσης δρόμο προς την Παναγία Μαυριώτισσα. Λίγα μέτρα πιο κάτω θα δείτε αριστερά την είσοδο του σπηλαίου του δράκου. Την περιοχή γύρω προστατεύει ο Αγιος Νικόλαος των ψαράδων, μέσα σε βράχο, με ωραίο σκαλιστό τέμπλο (το δάπεδο του ναού είναι οροφή σπηλιάς).

Επόμενη στάση θα κάνετε στη μονή Μαυρώτισσας. Σε 1,5 χλμ. από τη μονή, λίγο πριν την πινακίδα που γράφει «6.000 μέτρα», θα διακρίνετε αριστερά ένα πέτρινο τοιχίο και ψηλότερα απομεινάρια από μικρές πέτρινες στοές: είναι τα ερείπια του βυζαντινού μοναστηριού του Αγίου Ζαχαρία κάτω από τον οποίο υπήρχαν αποθηκευτικοί χώροι με καμάρες που οι Εβραίοι χρησιμοποιούσαν για μικρομάγαζα.

Ολοκληρώνετε τη βόλτα σας οδηγώντας προς στη βόρεια παραλία. Στη διαδρομή θα δείτε το ξωκλήσι του Αγίου Σωτήρα σκαρφαλωμένο στο λόφο. Περίπου 1 χλμ. πριν από το Ναυτικό όμιλο στο αριστερό σας χέρι υπάρχουν οι λεγόμενες γουλιανότρυπες. Είναι έξοδοι διαφυγής των γουλιανών που έχει ανοίξει ο δήμος κάτω από την άσφαλτο, αφού τα ψάρια αυτά έρχονται στο σημείο για να γεννήσουν και καθώς τρέφονται επί μήνες, παχαίνουν και μετά δεν μπορούν να βγουν! Μπροστά στον χώρο αναψυχής που βρίσκεται εκεί, οι ψαράδες καθαρίζουν τα δίχτυα τους.

Limneon

Info

ΔΙΑΜΟΝΗ

«Limneon Resort & spa», στο 4ο χλμ. εθνικής οδού Καστοριάς-Αθήνας (24670 85111, www.limneon.gr). Είναι η καλύτερη επιλογή διαμονής στην πόλη. Μεγάλη και μοντέρνου ύφους μονάδα που την αποτελούν δυο συγκροτήματα κτισμένα δίπλα δίπλα, με θέα στη λίμνη: το «Limneon Crystal», όπου βρίσκεται η μικρή πισίνα και η αίθουσα πρωινού, και το πιο καινούργιο και πολυτελές «Limneon Golden».

«Esperos Palace», στη Χλόη (24670 24670, esperospalacekastoria.gr). Εκπληξη αποτελεί το ολοκαίνουργιο αυτό ξενοδοχείο στο προάστιο της Χλόης, με την αισθητική του και την πολύ καλή σχέση ποιότητας-τιμών. Κυριαρχεί το τεράστιο αίθριο, στο οποίο στεγάζεται το καφέ.

«Αρχοντικό Αλεξίου Βέργουλα» (24670 23415, www.vergoulas.gr). Ο πιο ατμοσφαιρικός ξενώνας της πόλης στεγάζεται στο παλιό αρχοντικό του αρχιμάστορα Α. Βέργουλα που είναι ένα πραγματικό στολίδι του Ντολτσό. Ο σημερινός ιδιοκτήτης του, Τάσος Σφιναρολάκης, το έχει αναστηλώσει με εξαιρετικό τρόπο και διακοσμήσει με αντικείμενα από χώρες της Ασίας ή σχεδιασμένα και κατασκευασμένα από τον ίδιο.

«Καστοριά» (24670 29453, www.lake.gr). Βρίσκεται στη βόρεια παραλία, σε απόσταση αναπνοής από τη λίμνη, και ανακαινίστηκε το ’99. Έχει 37 δίκλινα δωμάτια με θέα, καθιστικό με δερμάτινους καναπέδες και χώρο για το πρωινό. «Dedis» (24670 21888, www.dedis.gr). Μεγάλο συγκρότημα με 50 δωμάτια που έχουν μπαλκόνια, καθιστικό με μοντέρνα διακόσμηση, εστιατόριο, αίθουσα δεξιώσεων, πισίνα, μπαρ, παιδική χαρά, γήπεδο 5Χ5 υπαίθριο τζακούζι, γήπεδο τένις. Είναι στο 9ο χλμ. του δρόμου Καστοριάς-Αμυνταίου.

«Chloe» (24670 21300, www.hotelchloe.gr). Λειτουργεί λίγο καιρό και είναι πολυτελές και καλόγουστο. Εντυπωσιακό το λόμπι με το καφέ μπαρ και την αίθουσα όπου σερβίρεται το πρωινό. Απλά και μοντέρνα διακοσμημένα τα δωμάτια με γήινα χρώματα. Κυριαρχεί το ξύλο, το δέρμα και το χρυσό χρώμα.

ΦΑΓΗΤΟ

«Το Στέκι» (Υπολοχαγού Διάκου 10, 24670 82397). Το ταβερνείο όπου το 1966 σέρβιραν ομελέτα στους φαντάρους των στρατοπέδων της περιοχής, σήμερα είναι μια πολύ καλή ταβέρνα. Εχει ανακαινιστεί πολλές φορές και υπάρχει διαθέσιμος ο χώρος πλάι στη τζαμαρία ή οι μεγάλες αίθουσες πιο μέσα. Δοκιμάστε μεταξύ άλλων το κότσι τους, μάγουλο μοσχαρίσιο, ψαρονέφρι με σάλτσα δαμάσκηνο, σαλιγκάρια, κεφτέδες της γιαγιάς κ.α.

«Το Ντολτσό» (Τσάκαλη 2, πλ. Ντολτσό, 24670 23377). Σε αναστηλωμένο σπίτι του 1860 στο Ντολτσό. Κυριαρχεί η προσωπικότητα της κας Τέτας –συζύγου του κ. Κώστα στον οποίο ανήκει το σπίτι– η οποία εδώ και χρόνια μαγειρεύει πολλές και διαφορετικές γεύσεις. Οπως κολοκυθοκεφτέδες, χοιρινό με αρμιά (λάχανο στην άρμη), τηγανιά, κυνήγι. Εχει και καλή κάβα.

* Τα κείμενα είναι τμήμα αυτών που δημοσιεύτηκαν στο Βηmagazino και στον οδηγό Εξερευνήστε την Ελλάδα/ΕΘΝΟΣ

Φωτογραφίες: Περικλής Μεράκος (www.periklesmerakos.com).

RECENT POSTS:
SEARCH BY TAGS:
No tags yet.
bottom of page